ΜΟΝΑΣΤΗΡΑΚΙ ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ (Γνωρίζοντας τα χωριά της περιοχής μας )

Λυκόνικο – Μοναστηράκι (Παραδείσι)-Κορπή
Το Μοναστηράκι Ξηρομέρου βρίσκεται στη βορειοδυτική πλευρά του νομού Αιτωλοακαρνανίας, στους πρόποδες των Ακαρανικών βουνών και σε υψόμετρο 340 μέτρα από τη θάλασσα. Σε ευθεία απέχει από τον Αμβρακικό κόλπο περίπου 8,5 χιλιόμετρα ενώ οδικός περίπου 12 χιλιόμετρα. Ανατολικά το χωριό έχει θέα προς το γειτονικό Θύρρειο, δυτικά προς το κάμπο της Παλαίρου και τη λίμνη Βουλκαριά, βόρεια προς την Βόνιτσα ενώ προς νότο τα Ακαρνανικά βουνά. Το δομημένο τμήμα του χωριού απλώνεται σε έκταση 550 στρέμματα περίπου και αποτελείται από 900 περίπου κτίρια, το 60% των οποίων έχουν κατασκευαστεί μετά το 1966 με σύγχρονα υλικά δόμησης. 
Χωρίζεται σχεδόν στη μέση σε ανατολικό και δυτικό τμήμα από το χείμαρρο της Γαλάνος (στις μέρες μας δεν έχει νερό γιατί έχει γίνει εκτροπή της κοίτης του), και το μικρό ποτάμι Κεφαλόβρυσος που πηγάζει ακριβώς κάτω από τη πλατεία στο μέσον του χωριού. Χαρακτηριστικό του χωριού είναι τα μεγάλα αιωνόβια πλατάνια γύρω από τη πλατεία και η πηγή Κεφαλόβρυσος. Εδώ υπάρχουν αρκετά καφενεία, ταβέρνες και ψησταριές για καφέ, ποτό ή φαγητό. Τα πλατάνια  συνεχίζουν μέχρι το  βόρειο άκρο του χωριού, το καταρράκτη του Σεπετού και σχηματίζουν μια πολύ όμορφη ρεματιά.
Στο χωριό λειτουργεί ενοριακός ναός που είναι αφιερωμένος στον Άγιο Ιωάννη το Θεολόγο. Κτίστηκε στη θέση παλαιότερου, και πανηγυρίζει την 8η Μαΐου.
Επίσης λειτουργούν παιδικός σταθμός, νηπιαγωγείο, δημοτικό σχολείο, γυμνάσιο, αγροτικό ιατρείο, φαρμακείο,ταχυδρομικό πρακτορείο, σύλλογος γυναικών και αθλητικό σωματείο.
 Η οικονομία του  στηρίζεται περισσότερο στη ζωική παραγωγή, (κτηνοτροφία), λιγότερο στη φυτική, που είναι προσανατολισμένη στη παραγωγή ζωοτροφών. 
Η έκταση του χωριού ανέρχεται σε 47000 στρέμματα από τα οποία τα 18000 μπορούν να καλλιεργηθούν, 26000 περίπου είναι βοσκοτόπια και τα υπόλοιπα δάση. Σε μικρότερο βαθμό η οικονομία του χωριού στηρίζεται στη μεταποίηση και τις υπηρεσίες μια και αρκετοί νέοι έχουν στραφεί σε εργατοτεχνικά επαγγέλματα (ξυλουργοί, σιδηρουργοί, οικοδόμοι) και κάποιοι διατηρούν καταλύματα γύρω από τις πηγές Κορπής και τα μισθώνουν. Σε ακόμα μικρότερο βαθμό αρκετοί νέοι και νέες εργάζονται ως μισθωτοί σε ιδιωτικές επιχειρήσεις. 

Στο τομέα της μεταποίησης υπάρχουν στο χωριό 3 τυροκομεία, 3 ξυλουργεία,  2 αρτοποιεία και μια επιχείρηση παραγωγής εμφιαλωμένου νερού (ΚΟΡΠΗ) που αποτελεί θυγατρική της NESTLE S.A..και προμηθεύει όλοι την Ελληνική επικράτεια μιας και είναι από τα καλύτερα εμφιαλωμένα νερά που κυκλοφορούν στο εμπόριο.
Όμορφες τοποθεσίες - μνημεία που αξίζει να γνωρίσει κάποιος στο χωριό, είναι το αρχαίο φρούριο στη τοποθεσία Λυκόνικο, το βυζαντινό μοναστηριακό συγκρότημα που είναι αφιερωμένο στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος (Παντοκράτορας), το μοναστήρι της Παναγίας Βραχωτίνου ή Βροχοτίνου, πολλά εκκλησάκια, όπως του Αγίου Αθανασίου στο χωριό ή στις κοντινές εξοχές όπως της Αγίας Άννας, του Αγίου Κοσμά, της Αγίας Παρασκευής και του Αγίου Γεωργίου, ο καταρράκτης του Σεπετού και οι ιαματικές πηγές Κορπής.
        Το αρχαίο κάστρο στη τοποθεσία Λυκόνικο


Για να επισκεφτεί κάποιος τον αρχαιολογικό χώρο πρέπει να κατευθυνθεί από το Μοναστηράκι προς το Βάτο και λίγο μετά τη τοποθεσία Μαυρονέρι, να στρίψει δεξιά προς το εξωκλήσι του Αγίου Γεωργίου. Στη συνέχεια πρέπει να εγκαταλείψει το αυτοκίνητό του και να κατευθυνθεί βόρεια προς το πηγάδι απ' όπου θα αντικρίσει σε μικρή απόσταση τα ερείπια του νοτίου τμήματος του αρχαίου τείχους. Ο αρχαιολογικός χώρος εντοπίζεται κύρια ανάμεσα στις κορφές Καστρί (555μ) (ανατολικά) και Ταμπούρια ή Βραχάκια (βόρεια) (580μ). Οι κορυφές αυτές ήσαν οχυρωμένες και αποτελούσαν πιθανά ακροπόλεις της αρχαίας αυτής πολιτείας. Ανάμεσα στις δυο αυτές κορυφές διακρίνονται τμήματα του αρχαίου τείχους τόσο προς τη πλευρά της αρχαίας Παλαίρου (δυτικά), προς τη πλευρά του αρχαίου Θυρρείου (ανατολικά) και προ το εξωκλήσι του Αγίου Γεωργίου (νότια). Σε αρκετά σημεία το τείχος διακόπτεται από φυσικά απόκρημνα βράχια που πιθανά το αντικαθιστούσαν. 
Ο χώρος που περικλείεται από τις οχυρώσεις αυτές έχει έκταση περίπου 140 στρέμματα. Ο επισκέπτης μπορεί να διακρίνει στο τείχος ερείπια από δύο πύλες μια στη κορυφή Ταμπούρια που βλέπει προς το κάμπο της Βόνιτσας και μια στο μέσο της απόστασης ανάμεσα στις δυο αυτές κορφές που είναι προσανατολισμένη προς την ακρόπολη του αρχαίου Θυρρείου. Αρχαιότητες επίσης εντοπίζονται και στο εξωτερικό τμήμα των τειχών. Κοντά στο πηγάδι που βρίσκεται ανάμεσα στο εξωκλήσι του Αγίου Γεωργίου και το νότιο τμήμα του τείχους εντοπίζονται αρχαίες ταφές και ερείπια κτίσματος άγνωστης χρήσης. Αρχαιότητες επίσης εντοπίζονται δυτικά, στη περιοχή Περιφέρεια κοντά στο χωμάτινο δρόμο που οδηγεί από το Μοναστηράκι στα Σκλάβαινα όπου διακρίνονται τα λείψανα αρχαίου κτιρίου μεγάλων διαστάσεων. 
Τέλος αρχαιότητες εντοπίζονται στα βόρεια στη τοποθεσία Μάρμαρα, όπου επίσης διακρίνονται ερείπια αρχαίου κτηρίου μεγάλων διαστάσεων που κατά τις διηγήσεις των ντόπιων ήταν αρχαίος ναός. Το κτίριο αυτό έχει καταστραφεί στο μεγαλύτερου τμήμα του κατά τη κατασκευή του δρόμου που συνδέει το Μοναστηράκι με τη Βόνιτσα αλλά και κατά τη κατασκευή του δικτύου άρδευσης του ΤΟΕΒ Βόνιτσας.
  Το βυζαντινό μοναστηριακό συγκρότημα που είναι αφιερωμένο στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος (Παντοκράτορας).
Λίγο έξω από το χωριό μας βρίσκεται το παλαιό μοναστηριακό συγκρότημα αφιερωμένο στη Μεταμόρφωση του Σωτήρα. Στους κατοίκους του χωριού μας είναι γνωστό σαν Παντοκράτορας. Είναι πολύ πιθανό το όνομα του χωριού μας να προέρχεται απ' αυτό. Σήμερα σώζεται μόνο το καθολικό του μοναστηριού. Σύμφωνα με τους μελετητές του μνημείου η κατασκευή του πρέπει να έγινε σε πρώτη φάση στα χρόνια των Δεσποτών της Ηπείρου πάνω σε παλιότερο χριστιανικό ναό της μεσοβυζαντινής περιόδου με χρήση υλικών που πιθανά προέρχονται και από αρχαιοελληνικά κτίσματα. Αρχικά πρέπει να ήταν τρίκλιτος ναός και σε δεύτερη φάση πήρε τη σημερινή του μορφή στα χρόνια της τουρκοκρατίας. 
Στο μνημείο έγιναν πρόσφατα εργασίες αποκατάστασης από την 8η Εφορία Βυζαντινών αρχαιοτήτων καθώς και ανάδειξης του περιβάλλοντα χώρου. Ο επισκέπτης μπορεί έτσι να διακρίνει τις φάσεις κατασκευής του μνημείου και να το αναπαραστήσει στη μνήμη του στα χρόνια της ακμής του. Στο εσωτερικό του υπάρχει λιθόκτιστο τέμπλο της εποχής της τουρκοκρατίας και σε αυτό σώζονται αγιογραφίες του 18ου αιώνα επιζωγραφισμένες. Ξεχωρίζουν η Μεγάλη Δέηση, η Μεταμόρφωση, η Θεοτόκος στον τύπο της 0δηγήτριας και οι Τρεις Ιεράρχες και οι άγιοι Γεώργιος και Δημήτριος. Στο ιερό σώζεται παράσταση του Ιησού στην Άκρα ταπείνωση. Σε μικρή απόσταση από το ναό σώζεται η πετρόκτιστη κρήνη του Μοναστηριού που χρησιμοποιείται μέχρι τις μέρες μας.

       Το μοναστήρι της Παναγίας Βραχωτίνου ή Βροχοτίνου.
Πάνω από το χωριό μας, σε απόσταση τριών χιλιομέτρων περίπου, ανάμεσα στις κορφές «Περγαντί» και «Βοιδιανό» και σε υψόμετρο 665 μέτρα βρίσκεται το μοναστήρι της Παναγίας Βροχότινου.   Η ίδρυσή του πρέπει να έγινε στα χρόνια της τουρκοκρατίας κατά πάσα πιθανότητα από τους κλέφτες, οι οποίοι τότε έκτιζαν μοναστήρια και εκκλησίες στα απρόσιτα μέρη που σύχναζαν. Είναι αφιερωμένο στη Κοίμηση της Θεοτόκου και εορτάζει στις 15η Αυγούστου.
Η προσφορά του στα χρόνια της τουρκοκρατίας είναι μεγάλη. Αποτελούσε καταφύγιο των κλεφτών και σε κρύπτη στο υπόγειό του λειτουργούσε κρυφό σχολειό.
Το 1822 από το ταμείο του μοναστηριού ο Αλ. Μαυροκορδάτος έλαβε 500 γρόσια υπέρ της επανάστασης. Από το 1833, όταν διαλύθηκαν τα μοναστήρια με το γνωστό Βασιλικό Διάταγμα, αποτέλεσε μετόχι της Ιεράς Μονής Ρόμβης Ακαρνανίας.
Τελευταίος ηγούμενος του μοναστηριού αναφέρεται ο ιερομόναχος Γρηγόριος Πατζαλιάς Βροχοτινός τη συνοδεία δε αυτού αποτελούσαν οι π. Μεθόδιος (ιερομόναχος), Συλβέστρος και Αγάπιος (ιερομόναχοι), Σημεών και Σεραφείμ (μοναχοί). Στα χρόνια της Γερμανικής κατοχής αποτελούσε καταφύγιο και αρχηγείο ανταρτών. Σήμερα διατηρείται το καθολικό και έχουν κατασκευαστεί αρκετά κελιά. Έχει τοποθετηθεί γεννήτρια για την ηλεκτροδότηση και έχουν κατασκευαστεί αρκετοί βοηθητικοί  χώροι. 
Η θέα από το μοναστήρι είναι μαγευτική. Κοντά του υπάρχει πηγή νερού από την οποία γίνεται και η ύδρευσή του. Στη πηγή αυτή υπάρχει διαμορφωμένος χώρος αναψυχής από τον οποίο μπορεί ο επισκέπτης να απολαύσει εκτός απ' το χωριό μας, τη Βόνιτσα και τον Αμβρακικό το στενό Ακτίου - Πρέβεζας με τα κάστρα και την Πρέβεζα. Το καθολικό του μοναστηριού αποτελεί μονόχωρη αίθουσα με δίρριχτη στέγη και τρεις εισόδους από τα βόρεια, νότια και δυτικά αντίστοιχα.
Από το εικονογραφικό πρόγραμμα του μοναστηριού διατηρείται παράσταση της Πλατυτέρας στη κόγχη του Ιερού Βήματος, παράσταση του Ιησού Χριστού στην Άκρα Ταπείνωση στη κόγχη της Πρόθεσης και παράσταση του Μελχισεδέκ στη κόγχη του διακονικού ενώ πάνω από την είσοδο στο βόρειο τοίχο, σώζεται σε κόγχη παράσταση της Παναγίας.
Το Ιερό Βήμα χωρίζεται από το κύριο ναό με καλαίσθητο ξυλόγλυπτο τέμπλο, έργο λαϊκών τεχνητών του 19ου αιώνα. Σώζεται επίσης φορητή εικόνα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου που φέρει την επιγραφή :
<<ΒΡΟΧΟΤΙΝΟ ΓΡΙΓΟΡΙΟΣ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΣ. ΚΕ Η ΜΙΤΗΡ ΑΥΤΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ. ΜΟΝΑΧΙ 1817 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 13>>
Φανερώνεται δηλαδή με την επιγραφή αυτή ότι η εικόνα αυτή της Παναγίας είναι δωρεά προς την Ιερά Μονή Βροχοτίνου του Γρηγορίου και της μητέρας του Αναστασίας, η οποία χήρεψε προφανώς και έγινε μοναχή.
Τέλος εξαιρετικά όμορφο είναι το δάσος γύρο από το μοναστήρι της Παναγίας όπου υπάρχει εύκολη πρόσβαση με ασφαλτοστρωμένο δρόμο, υπέροχη θέα και πυκνή βλάστηση.
Ο καταρράκτης του Σεπετού.

Πρόκειται για μνημείο σπάνιας ομορφιάς, μοναδικό στη περιοχή μας που όμως δεν έχει αξιοποιηθεί ακόμα. Ο καταρράκτης βρίσκεται κοντά στην είσοδο του χωριού μας και σχηματίζεται όταν τα νερά του ποταμού Κεφαλόβρυσος συναντούν απότομο βάραθρο. Η πρόσβαση δεν είναι εύκολη μια και δεν υπάρχει δρόμος που να οδηγεί σ’ αυτό. Κοντά στο καταρράκτη υπάρχει σπήλαιο το οποίο δεν έχει εξερευνηθεί και αξιοποιηθεί.








   Οι Ιαματικές Πηγές Κορπής
Ο οικισμός της Κορπής βρίσκεται σε απόσταση 2 περίπου χιλιόμετρα από το κέντρο του Μοναστηρακίου στον επαρχιακό δρόμο προς το γειτονικό χωριό του Θυρρείου, και αναπτύχθηκε γύρω από τις ομώνυμες ιαματικές πηγές.
Η Κορπή αποτελεί παραθεριστικό οικισμό όπου συγκεντρώνονται τους καλοκαιρινούς μήνες πολλοί παραθεριστές που πάσχουν από ασθένειες του ουροποιητικού συστήματος ή απλά αναζητούν ξεκούραση και ηρεμία.
Οι πηγές Κορπής και ο γύρω χώρος
Συχνά οι επισκέπτες επιδίδονται σε περιπάτους στους γύρω λόφους και χωράφια και προμηθεύονται αγροτικά προϊόντα (τυρί, κρασί, τσίπουρο, κοτόπουλα, αυγά και σφάγια αρνιών και κατσικιών από μικρά καταστήματα που λειτουργούν περιστασιακά ή από αγρότες της περιοχής.
Γύρω από τις πηγές έχουν αναπτυχθεί ξενώνες με ενοικιαζόμενα δωμάτια που μισθώνονται στους επισκέπτες του οικισμού.
Αρκετοί από τους ξενώνες αυτούς που λειτουργούν για πολλά χρόνια έχουν ανακαινιστεί και έχουν λάβει τη μορφή παραδοσιακών κτισμάτων, ώστε να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της εποχής για ανέσεις.
Η Κορπή αποτελούσε παραδοσιακά αγροτική περιοχή. Χαρακτηριστικό της γνώρισμα οι πηγές και τα ρυάκια που κυλούσαν προς τη περιοχή της Μονοβάλτας.
Το νερό των πηγών της εκτός από τις ιαματικές του ιδιότητες, χρησιμοποιούταν για την άλεση δημητριακών σε νερόμυλους, το πλύσιμο των ρούχων σε νεροτριβές και το πότισμα των ζώων.
Στη περιοχή υπήρχαν δύο νερόμυλοι που τους εκμεταλεύοταν οι οικογένειες Χαλιμούρδα και Πετροπούλου αντίστοιχα. Σήμερα οι δραστηριότητες αυτές έχουν σήμερα εγκαταλειφθεί οι δε εγκαταστάσεις τους σώζονται σε ερείπια.
Σε ερείπια επίσης σώζονται οι παραδοσιακές λαξευτές στη πέτρα ποτίστρες που για αιώνες χρησιμοποιούταν από τα κοπάδια της περιοχής ύστερα από τη βοσκή.
Ένα μικρό ιστορικό του χωριού
Όπως μαρτυρούν τα αρχαία ερείπια στη θέση Λυκόνικο που
προαναφέραμε, ο τόπος γύρω απ’ το χωριό κατοικούταν την εποχή εκείνη. Αν και δεν έχουν γίνει ανασκαφές και συστηματική έρευνα, οι αρχαιολόγοι που έχουν επισκεφτεί  το αρχαίο κάστρο το χρονολογούν τουλάχιστον 600 χρόνια πριν από το Χριστό. Άλλοι τοποθετούν στο σημείο αυτό την αρχαία Ακαρνανική πόλη Τορύβεια χωρίς βέβαια και αυτό να είναι βέβαιο. Στο χώρο του χωριού έχουν βρεθεί επίσης αντικείμενα που χρονολογούνται στα ρωμαϊκά χρόνια και ερείπια παλαιοχριστιανικού ναού τα οποία δε σώζονται σήμερα. Μαρτυρούν όμως τη συνεχή παρουσία ανθρώπων στο τόπο.  Στα βυζαντινά χρόνια, την εποχή του Δεσποτάτου της Ηπείρου έχουμε τη πρώτη γραπτή αναφορά στο χωριό μας, σε χρυσόβουλο των Σέρβων, περίπου στα 1361. Εκεί το χωριό μας αναφέρεται ως Παράδεισος και από την εποχή εκείνη πρέπει να προέρχεται και το παλαιότερο όνομά του (Παραδείσι) που στη προφορική παράδοση του τόπου διατηρείται μέχρι τις μέρες μας. Στα χρόνια της τουρκοκρατίας πιθανότατα αποτελούταν από οικισμούς της ευρύτερης περιοχής τα ονόματά τους σώζονται μέχρι σήμερα σαν τοπωνύμια. (Παραδείσι, Παλιοχώρι, Βλαχοχώρι, Καρυά, Παλιοκλίσι, Πηγαδούλα, Κορπή). 
Οι οικισμοί αυτοί καταστράφηκαν στα χρόνια της επανάστασης του 1821 από τα τουρκικά στρατεύματα και μάλιστα αναφέρεται πως αρκετοί από τους κατοίκους της περιοχής κατέφυγαν στο γειτονικό Κάλαμο για να γλιτώσουν. Οι σημαντικότεροι από τους οικισμούς αυτούς πρέπει να ήσαν αυτός κοντά στο καταρράκτη του Σεπετού και αυτός κοντά στο μοναστήρι του Παντοκράτορα. Από το Μοναστήρι αυτό πιστεύεται πως προέρχεται και η σημερινή ονομασία του χωριού Μοναστηράκι. Από τους Μοναστηρακιώτες που έλαβαν μέρος στην επανάσταση του 1821 γνωρίζουμε το Γιαννακή Σουλτάνη, τον Ιωάννη Σκαμπαρδώνη (Φουσέκη), το Κων/νο Φουσέκη, το Γιώργο Βλαχογιάννη ή Παντίδα, το Σπύρο Λεπενό, το Γιωργάκη Σουλτάνη, τον αντρέα Σουλτάνη, το Πάνο Μοναστηρακιώτη και τους Καρατζόλη και Παλιογιάννη των οποίων δε γνωρίζουμε τα μικρά ονόματα.
Στα χρόνια μετά την επανάσταση οι κάτοικοι της περιοχής επέστρεψαν και εγκαταστάθηκαν γύρω από τη πηγή του Κεφαλόβρυσου και τη τοποθεσία που είναι σήμερα κτισμένη η εκκλησία του Αγίου Αθανασίου. Εκμεταλλευόμενοι το ποτάμι κατασκεύασαν νεροτριβές, νερόμυλους και αυλάκια για το πότισμα των κτημάτων τους και με τα χρόνια το χωριό πήρε τη σημερινή του μορφή.
Στα χρόνια της ιταλικής και γερμανικής κατοχής αρκετοί από τους κατοίκους του χωριού έλαβαν μέρος στην Εθνική Αντίσταση. Σπουδαιότερο γεγονός της περιόδου αυτής υπήρξε η επίθεση τμημάτων του 24ου συντάγματος του ΕΛΛΑΣ τη νύχτα της 12 προς 13 Ιουλίου του 1944 σε αντίστοιχα τμήματα των γερμανικών στρατευμάτων κατοχής. Σε αντίποινα, την επόμενη μέρα, συνελήφθησαν από τους Γερμανούς οι Ιάκωβος Μαυροκέφαλος (τότε ηγούμενος της ιεράς μονής Ρόμβου), Μπόκος Κων/νος (τότε εφημέριος του χωριού) και οι λαϊκοί Μάνθος Δημήτριος, Φίλιππος Άγγελος, Μαραγκός Κων/νος, Κουκουτσέλος Νικόλαος, Λειχούδης Ιωάννης και  Κούτσικος Αθανάσιος. Αυτοί μεταφέρθηκαν στη Βόνιτσα και εκτελέστηκαν εκτός από τον π. Μπόκο Κων/νο που αφέθηκε ελεύθερος. Ιδιαίτερα σημαντική τη περίοδο εκείνη ήταν η δράση του χωριανού μας Ιωάννη Κουτρουλού, ο οποίος εξαιτίας της γλωσσομάθειας του χρησιμοποιούταν σα διερμηνέας και με τεράστιο κίνδυνο διαβίβαζε τις πληροφορίες που μάθαινε στις ομάδες των ανταρτών, αλλά και σε όσους είχαν κίνδυνο να συλληφθούν εξαιτίας της αντιστασιακής τους δράσης.
Η σημερινή πραγματικότητα.
 Μετά την απελευθέρωση και τον εμφύλιο, που και αυτός άφησε τα σημάδια του στο χωριό, ακολούθησε περίοδος ανάπτυξης και αύξησης του πληθυσμού. Η οικονομία του χωριού μέχρι και τη δεκαετία του 1980 στηρίζονταν αποκλειστικά στη γεωργία και τη κτηνοτροφία. Από τη δεκαετία του 1980 και μετά άρχισαν να αναπτύσσονται η μεταποίηση το εμπόριο και οι υπηρεσίες. Από το 1998 η κοινότητά μας καταργήθηκε και με το Ν.2539/97 (Ι. Καποδίστριας) αποτέλεσε δημοτικό διαμέρισμα του Δήμου Ανακτορίου με έδρα τη Βόνιτσα, ενώ από το 2010 με τον "Καλικράτη"  που ενόθηκαν οι Δήμοι Μεδεώνος, Ανακτορίου και Παλαίρου αποτελεί τοπική κοινότητα  του Δήμου Ακτίου Βόνιτσας με έδρα την Βόνιτσα.  
Σύμφωνα με τα στοιχεία της τελευταίας απογραφής ο πληθυσμός έχει μειωθεί  και είναι περίπου 1200 κάτοικοι. 
 Είναι σημαντικά πως αφενός αρκετοί νέοι εγκαταλείπουν το χωριό αναζητώντας εργασία και κατοικία είτε σε κοντινές πόλεις είτε σε μεγάλα αστικά κέντρα και πως οι νέοι από το χωριό που ακολουθούν ανώτερες και ανώτατες σπουδές δεν επιστρέφουν για εργασία στο χωριό τους. Τα αίτια του φαινομένου αυτού δεν είναι μόνο οικονομικά αλλά και κοινωνικά και συνδέονται με τις αντιλήψεις που επικρατούν στη σημερινή κοινωνία και το σύγχρονο τρόπο ζωής. Η ζωική και φυτική παραγωγή που αποτελούν ακόμα τη βάση της οικονομικής δραστηριότητας, βρίσκονται σε φάση προσαρμογής στις απαιτήσεις της παγκοσμιοποιημένης πλέον οικονομίας και δεν αποδίδουν υψηλά κέρδη όπως παλαιότερα. Γνωστό και το Καλοκαιρινό Πανηγύρι Κάθε καλοκαίρι στις 19-20 Αυγούστου  στο Μοναστηράκι έχει ξακουστό Πανηγύρι, όπου πλήθος κόσμου το βράδυ πηγαίνει για διασκέδαση.

ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΚΟΥΤΙΒΗΣ 



Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια